Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Αχαρνής - Αριστοφάνης

Η δεύτερη σκηνή δημιουργεί ένα ολόκληρο ενδιάμεσο επεισόδιο. Για να τον ακούσει πιο ευνοϊκά ο Χορός — και, κατά προέκταση, το κοινό — ο ήρωας μας ζητάει την άδεια να πεταχτεί ίσαμε το σπίτι του Ευριπίδη, για να δανειστεί ένα ρούχο που να τον κάνει αξιολύπητο. Είναι γνωστό πως ο ρεαλιστής τραγικός δεν θέλει τους ήρωες του ντυμένους με τους κυριακάτικους ποδήρεις των αγαλμάτων, αλλά με ρού­χα που να θυμίζουν την καθημερινή θωριά των ανθρώπων. Ο Δικαιόπολης χτυπάει την πόρτα του τραγικού ποιητή και παρουσιάζεται ένας υπηρέτης. Λέει πως ο κύριος του «είναι και δεν είναι μέσα», γιατί ενώ ο ίδιος βρίσκεται μέσα, το πνεύμα του βγήκε να κυνηγήσει στιχάκια. Τώρα λοιπόν ο υπηρέτης αρνιέται ν' ανοίξει την πόρτα, για να μην ενοχλήσει τον αφέ­ντη του που συγγράφει... Μα ο Δικαιόπολης, με μια τρανή έμπνευση, φωνάζει στον τραγικό ποιητή πως, αφού δεν ευκαιρεί να βγει απ' το δω­μάτιο, ας παρουσιαστεί μαζί με το δωμάτιο. Ο Ευριπίδης πείθεται και παρουσιάζεται ακριβώς έτσι. Η έμπνευση δεν είναι τόσο του Δικαιόπολη, όσο του Αριστοφάνη — κι όχι τόσο του Αριστοφάνη, όσο του Ευριπίδη. Ο προοδευτικός τραγικός έκανε κατάχρηση από θεατρικές μηχανές, περιορί­ζοντας έτσι την παλιά θεατρική συμβατικότητα, που ζήταγε μεγαλύτερη κινητοποίηση απ' τη φαντασία του θεατή. Σκοπός του Αριστοφάνη είναι να κοροϊ­δέψει αυτή τη μανία. Το εκκύκλημα, λοιπόν, μας παρουσιάζει τον Ευριπίδη, με τα πόδια ση­κωμένα ψηλά, να γράφει. Ο Δικαιόπολης τον παρακαλεί να του δανείσει τα κουρέλια κάποιου υ ήρωα, μα έχει ξεχάσει τ' όνομα του Είναι τόσοι πολλοί οι ρακένδυτοι ήρωες του, που δεν μπορεί να ξέρει. Επιτέλους, κα­ταλαβαίνει πως ο επισκέπτης ζητάει τα κουρέλια του κουτσού Τήλεφου. Αφού νευριάσει για καλά τον τραγικό ποιητή, ζητώντας του ένα σωρό άλλα κουρελοπράγματα (δίχως να ξεχά­σει, βέβαια, ν' αναφέρει και τα χορταρικά της μάνας του, της μανάβισσας), ο Δικαιόπολης γυρίζει στους Μενιδιάτες του, ενώ το εκκύκλημα εξαφανίζει, το δραματουργό.

ΥΠΗΡΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ
         Ποιος είναι;
ΔΙΚ.    Είναι μέσα ο Ευριπίδης;
ΥΠΗΡ. Έξω είναι, μέσα βρίσκεται — το 'πιασες;
ΔΙΚ.    Παρών απών κι αυτός; Γίνεται;
ΥΠΗΡ. Γίνεται και παραγίνεται, παππούλη.
         Να, η έμπνευση του έξω, στιχάκια να μαζεύει,
έξω απ' το σπίτι, ενώ ο ίδιος είναι μέσα
          και—χάμω το κεφάλι, ανάερα'τα πόδια—
          συγγράφει τραγωδία.
ΔΙΚ.    Χίλιες φορές σε μακαρίζω, Ευριπίδη,
που ακόμα κι ο δούλος σου παίζει τόσο καλά το ρόλο του!
    Φώναξε τον να βγει έξω.
ΥΠΗΡ. Δε γίνεται!
ΔΙΚ.    Αν δε γίνεται, εγώ κάνω κατάληψη.
Για να δώσω μια στη πόρτα!
Ευριπίδη, Ευρούλη, άνοιξε μου,
αξίζω αυτή τη χάρη πιο πολύ απ' τον καθένα.
Εγώ σε καλώ, ο Δικαιόπολης απ' της Χασιάς τα μέρη!
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
         Δεν έχω εγώ καιρό για χασομέρι!
ΔΙΚ.    Τότε, βγες με το εκκυκλημα.
ΕΥΡ.    Δε γίνεται, είπα.
ΔΙΚ.    Να γίνει, είπα.
ΕΥΡ.    Τέλος πάντων, θα τσουλήσω με το εκκυκλημα, να μη χάνω
          την ώρα μου με το κατέβασμα.
ΔΙΚ.    Ευριπίδη!
ΕΥΡ.    Γιατί ξελαρυγγίζεσαι;
ΔΙΚ.    Γράφεις με τα πόδια ανάερα,
ενώ η θέση τους είναι κάτω.
Έτσι εξηγείται που σ' εμπνέουν οι κουτσοί.
Κι ακόμα, γιατί ντύνεσαι με κουρέλια από τραγωδίες,
αξιοθρήνητη στολή;
    Έτσι εξηγείται που σ' εμπνέουν οι ζητιάνοι. Αλλά, Ευριπίδη, προσπέφτω στα
    πόδια    σου και σε ικετεύω, δος μου τίποτε κουρελάκια από κείνη την παλιά
    σου τραγωδία. Γιατί ανάγκη πάσα ν' απαγγείλω μακρόσυρτη αγόρευση στο χορό
    των Αχαρνέων κι έτσι και δεν τα πω καλά, με περιμένει ο θάνατος.
ΕΥΡ.    Για ποια κουρέλια μού μιλάς;
Μήπως εκείνα που έντυσα ετούτον,
το δύστυχο γερόντιο, τον Οινέα,
         όταν τον ανέβασα στη σκηνή;
ΔΙΚ.    Δεν ήταν του Οινέα, κάποιου άλλου, πιο αξιοθρήνητου.
ΕΥΡ.     Μήπως του Φοίνικα, του τυφλωμένου;
ΔΙΚ.   Όχι, ούτε του Φοίνικα· ήταν κάποιος
        πιο αξιοθρήνητος απ' τον Φοίνικα.
ΕΥΡ.    Ω Δία, ποιανού καταρρακωμένους πέπλους μου γυρεύει ο άνθρωπος;
   Αλήθεια, μήπως λες του Φιλοκτήτη, που κατάντησε ζητιάνος;
ΔΙΚ.    Όχι, αλλά ενός πολύ, μα πολύ πιο ζητιανότερου απ' αυτόν.
ΕΥΡ.    Τότε, μήπως θέλεις τα ιμάτια που βρωμολογούνε,
          εκείνα που φορούσε τούτος εδώ ο κουτσός Βελλεροφόντης;
ΔΙΚ.    Όχι ο Βελλεροφόντης- βέβαια κι εκείνος ήταν
κουτσός, κολλιτσίδα, γλώσσα ροδάνι,
             ρήτορας σπουδαίος
ΕΥΡ.    Κατάλαβα, αυτός ήταν! ο Τήλεφος απ' τη Μυσία.
ΔΙΚ.    Μπράβο, ο Τήλεφος· σε ικετεύω
         αυτουνού δώσε μου τα σκισμένα ρούχα.
ΕΥΡ.    Μικρέ, δος του τα τσόλια του Τηλέφου.
    Να, εκεί κρέμονται, πάνω απ' τα τσόλια του Θυέστη,
         κάτω απ' της Ινούς. Ορίστε, πάρ' τα.
ΔΙΚ.   Δία παντοκράτορα,
που το βλέμμα σου όλα τα διαπερνά κι όλα τα εποπτεύει,
κάνε να ντυθώ έτσι που κι ο εχθρός μου ακόμα να με συμπονάει.
Ευριπίδη, ύστερ' από τούτο δω που μου χάρισες,
δος μου κι εκείνα τα αξεσουάρ της κουρελαρίας,
τούτο το σκουφάκι της Μυσίας, να το φορέσω στο κεφάλι.
Γιατί σήμερα πρέπει να δείχνω ζητιάνος·
να είμαι βέβαια αυτός που είμαι,         -
αλλά να μη φαίνομαι-
κι οι θεατές να ξέρουν ποιος πράγματι είμαι,
αλλά ο χορός των Αχαρνέων να μ' αντικρίζει ζαβλακωμένος,
για να του βάλω κωλοδάχτυλο με τις κομψές μου φράσει.
ΕΥΡ. Θα σ' το δώσω· γιατί το ξύπνιο μυαλό σου
σκαρφίζεται φίνες κομπίνες.
ΔΙΚ. 0 Ζευς να σ' έχει καλά — και στον Τήλεφο να δώσει όλα τα καλά,
όσα έχω στο μυαλό μου. Όλα καλά!
Νιώθω κιόλας ν' αναβλύζουν από μέσα μου
κομψά λογάκια πλήθος.
      Αλλά να, μου λείπει το ραβδί του ζητιάνου.
ΕΥΡ. Παρ' το τούτο δω και κόβε λάσπη
απ' το καλλιμάρμαρο κατώφλι μου!
ΔΙΚ. Καρδιά μου, κοίτα πώς μ' αποδιώχνουν απ' το δώμα,
κι ας έχω ανάγκη από ένα σωρό τσουμπλέκια.
Ε λοιπόν,τώρα σε θέλω τσιμούρι, κολλιτσίδα,γλείφτη!
Ευριπίδη, δος μου ένα ζεμπίλι
      καταφαγωμένο απ' τη φλόγα λυχναριού.
ΕΥΡ.  Και τι θα κάνεις, φουκαρά μου, μ' αυτό το πλεχτό δίχτυ;
ΔΙΚ.  Τίποτε βέβαια, ωστόσο θέλω να το πάρω.
ΕΥΡ. Δεν καταλαβαίνεις επί τέλους ότι έγινες ενοχλητικός;
 Έλα, και κόβε λάσπη απ' το δώμα!
ΔΙΚ. Πφου!Πφου!
      Ο Ζευς να σ' έχει καλά, όπως τη μάνα σου στον καιρό της!
ΕΥΡ.  Δίνε του επιτέλους!
ΔΙΚ.  Μη μ' αποδιώχνεις, αλλά δώσε μου μονάχα ένα:
      ποτηράκι με τσακισμένα χείλια.
ΕΥΡ. Πάρ' το3 και τούτο και άει στα κομμάτια!
      Δε νιώθεις πως κακός μπελάς μού έγινες στο δώμα;
ΔΙΚ. Εσύ δε νιώθεις, μα το Δία, τι μπελάς μάς έγινες στην πόλη;
       Αλλά, γλυκέ κι ολόγλυκε Ευριπίδη, να, μονάχα τούτο δω,
       δος μου σταμνάκι που 'χει για τάπα του σφουγγάρι.
ΕΥΡ.  Άνθρωπε μου, μου αρπάζεις την τραγωδία που συνθέτω.
Έλα, πάρ' το κι αυτό και δρόμο!
ΔΙΚ. Πηγαίνω. Κι όμως, τα 'χω χαμένα, τι να κάνω!
Γιατί μου είναι απαραίτητο ένα κάτι,
που, αν δεν το εξασφαλίσω, είμαι χαμένος.
Ακουσε με, γλυκέ κι ολόγλυκέ μου Ευριπίδη,
δος μου το αυτό κι έφυγα και με ξεφορτώνεσαι οριστικά-
μες σ' ετούτο το ζεμπίλι βάλε μου μαραγκιασμένα λαχανόφυλλα.
ΕΥΡ. Θα μου το κλείσεις το μαγαζί! Να, πάρ' τα. Πάνε οι τραγωδίες μου!
ΔΙΚ. Τέλειωσα πια και φεύγω. Σίγουρα σου παραφορτώθηκα,
γιατί άργησα να το καταλάβω
πως είμαι μισητός στους εστεμμένους.
Αλίμονο ο βαριόμοιρος, τετέλεσται!
Ξέχασα αυτό απ' το οποίο
κρέμεται η ζωή κι ο θάνατος μου.
Ευρούλη μου, γλυκέ κι ολόγλυκέ μου, πολυαγαπημένε,
να 'χω σκυλίσιο θάνατο, αν από δω και πέρα
σου ζητήσω κάτι άλλο, έξω από ένα μονάχα,
τουτοδώ μονάχα, τουτοδώ μονάχα-
δος μου, απ' τις δωρεές που σου 'κανε η μάνα σου,
ένα αγριολάχανο.
ΕΥΡ. Ετούτος το παράκανε και βρίζει.
Οι στεριές πύλες των δωμάτων μου να κλείσουν.
ΔΙΚ. Καρδιά μου, πρέπει να πορευτούμε χωρίς αγριολάχανο.
Ξέρεις άραγε τι αγώνα θ' αγωνιστείς σε λίγο,
που πας να υποστηρίξεις τους Λακεδαιμονίους;
Λοιπόν, προχώρα, καρδιά μου. Να τη η αφετηρία.
Διστάζεις; Ντοπαρίστηκες, κατάπιες ολόκληρο τον Ευριπίδη,
και θα κάνεις πίσω;
     Έτσι μπράβο! εμπρός λοιπόν, καρδιά βασανισμένη, κίνησε προς τα κει,
κι ύστερα πρόσφερε το κεφάλι σου εκεί,
αφού θα 'χεις πει όσα βρίσκεις σωστά.
Τόλμα, προχώρα, βάδισε! Καρδιά μου, είσαι λεβεντιά;



Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

Aσκήσεις Γραμματικής



  1. πραττόμενα: ο αντίστοιχος τύπος στον παθητικό μέλλοντα
  2. γιγνώσκω: το απαρέμφατο του παθητικού αορίστου
  3. δηλῶσαι: γ΄ πληθ. ευκτικής παθητικού αορίστου
  4. νενικηκότα: β΄ πληθ. οριστική παθητικού αορίστου
  5. ᾿Ιδὼν: ο αντίστοιχος τύπος στον παθητικό αόριστο
  6. ἔταξε: γ΄ πληθ. οριστική παθητικού παρακειμένου
  7. φανῆναι: β΄ ενικό προστ. στον ίδιο χρόνο και φωνή
  8. εἶπε: γ΄ ενικό οριστικής παθητικού αορίστου
  9. δέδωκας: ο αντίστοιχος τύπος στον παθητικό αόριστο
  10. ἐπιδείξω: β΄ ενικό προστακτική παθητικού παρακειμένου
  11. ἐκαλεῖτο: μετοχή παθ. Αορίστου (αρς – ονοματική ενικού)
  12. εἴληφε: ο αντίστοιχος τύπος στην άλλη φωνή
  13. ἀντικληθησόμενος: γ΄ ενικό οριστική στον ίδιο χρόνο και φωνή
  14. προσφέρεσθαι: ο αντίστοιχος τύπος στον αόριστο β΄ στην ίδια φωνή
  15. ἐφαίνετο: γ΄ πληθ. οριστ. Παθητικού παρακειμένου
  16. ἀφῃρέθησαν:  ο αντίστοιχος τύπος στον αόριστο β΄
  17. παρελάμβανε: β΄ ενικό προστ. αορίστου β΄  στην ίδια φωνή
  18. παρέθηκας: ο αντίστοιχος τύπος στην άλλη φωνή
  19. παραγενέσθαι: β΄ ενικό προστ. στον ίδιο χρόνο
  20. ἔχων: β΄ ενικό ευκτική στον αόριστο β΄ ενεργ. Φωνή