Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

Αρχίλοχος

Ἀρχίλοχος - ἰαμβογράφος, ἐλεγειοποιός, μίσθοφόρος Πάριος ἦν τὸ γένος· ἐγένετο περὶ τὸ ἔτος 680, ἐτελεύτεσε περὶ τὸ ἔτος 630 πρὸ τῆς Χριστοῦ γενετῆς.


Ἐλεγεῖα

εἰμὶ δ᾽ ἐγὼ θεράπων μὲν Ἐνυαλίοιο ἄνακτος
      καὶ Μουσέων ἐρατὸν δῶρον ἐπιστάμενος.
 
 
 
ἀσπίδι μὲν Σαΐων τις ἀγάλλεται, ἣν παρὰ θάμνωι
      ἔντος ἀμώμητον κάλλιπον οὐκ ἐθέλων,
αὐτὸς δ᾽ ἐξέφυγον θανάτου τέλος. ἀσπὶς ἐκείνη
      ἐρρέτω· ἐξαῦτις κτήσομαι οὐ κακίω.
 

Ἴαμβοι (τρίμετρα)
 
Οὔ μοι τὰ Γύγεω τοῦ πολυχρύσου μέλει
οὐδ᾽ εἶλέ πώ με ζῆλος οὐδ᾽ ἀγαίομαι
θεῶν ἔργα, μεγάλης δ᾽ οὐκ ἐρέω τυραννίδος·
ἀπόπροθεν γάρ ἐστιν ὀφθαλμῶν ἐμῶν.


Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Κείμενο - Πλάτων Φαίδρος 259c - 259d

Η φιλοσοφική συζήτηση ανάμεσα στο Σωκράτη και τον Φαίδρο έχει ήδη αρκετή ώρα που συνεχίζεται με την απαιτούμενη πνευματική προσπάθεια που καταβάλλουν οι δύο συνομιλητές μέσα στην ενοχλητική πια ζέστη του αττικού θέρους. Οι συνομιλητές και ιδιαίτερα ο Φαίδρος δείχνουν σημεία κόπωσης. Ο Σωκράτης αναφέρει τον ακόλουθο μύθο των τζιτζικιών λέγοντας ότι μιμούμενοι τα τζιτζίκια επιτελούμε έργο που βρίσκεται κάτω από την προστασία των Μουσών.
 
Σωκράτης
οὐ μὲν δὴ πρέπει γε φιλόμουσον ἄνδρα τῶν τοιούτων ἀνήκοον εἶναι. λέγεται δ᾽ ὥς ποτ᾽ ἦσαν οὗτοι ἄνθρωποι τῶν πρὶν μούσας γεγονέναι, γενομένων δὲ Μουσῶν καὶ φανείσης ᾠδῆς οὕτως ἄρα τινὲς τῶν τότε ἐξεπλάγησαν ὑφ᾽ ἡδονῆς, ὥστε ᾄδοντες ἠμέλησαν σίτων τε καὶ ποτῶν, καὶ ἔλαθον τελευτήσαντες αὑτούς· ἐξ ὧν τὸ τεττίγων γένος μετ᾽ ἐκεῖνο φύεται, γέρας τοῦτο παρὰ Μουσῶν λαβόν, μηδὲν τροφῆς δεῖσθαι γενόμενον, ἀλλ᾽ ἄσιτόν τε καὶ ἄποτον εὐθὺς ᾄδειν, ἕως ἂν τελευτήσῃ, καὶ μετὰ ταῦτα ἐλθὸν παρὰ μούσας ἀπαγγέλλειν τίς τίνα αὐτῶν τιμᾷ τῶν ἐνθάδε. Τερψιχόρᾳ μὲν οὖν τοὺς ἐν τοῖς χοροῖς τετιμηκότας αὐτὴν ἀπαγγέλλοντες ποιοῦσι προσφιλεστέρους, τῇ δὲ Ἐρατοῖ τοὺς ἐν τοῖς ἐρωτικοῖς, καὶ ταῖς ἄλλαις οὕτως, κατὰ τὸ εἶδος ἑκάστης τιμῆς· τῇ δὲ πρεσβυτάτῃ Καλλιόπῃ καὶ τῇ μετ᾽ αὐτὴν Οὐρανίᾳ τοὺς ἐν φιλοσοφίᾳ διάγοντάς τε καὶ τιμῶντας τὴν ἐκείνων μουσικὴν ἀγγέλλουσιν, αἳ δὴ μάλιστα τῶν Μουσῶν περί τε οὐρανὸν καὶ λόγους οὖσαι θείους τε καὶ ἀνθρωπίνους ἱᾶσιν καλλίστην φωνήν.

Τετάρτη 6 Απριλίου 2011

Μετάφραση - Δημοσθένης Κατ΄Αριστογείτονος Α΄ 15-16

Όλη η ζωή των ανθρώπων, Αθηναίοι, είτε αυτοί κατοικούν σε μεγάλη πόλη είτε σε μικρή, κυβερνάται από τη φύση και τους νόμους. Από τα προηγούμενα η φύση είναι απρόβλεπτη και χαρακτηρίζει κάθε άνθρωπο που τη διαθέτει, ενώ οι νόμοι είναι κοινοί και προβλέψιμοι και οι ίδιοι για όλους. Η φύση, αφενός, αν είναι φαύλη, πολλές φορές θέλει το κακό· για αυτό θα δείτε ότι άνθρωποι με τέτοια φύση κάνουν λάθη. Οι νόμοι, αφετέρου, θέλουν τη δικαιοσύνη και την αρετή και το ωφέλιμο, και αυτό επιδιώκουν, και όταν αυτό βρεθεί, προβάλλεται ως γενικός κανόνας, που ισχύει εξίσου και με όμοιο τρόπο για όλους, και αυτό είναι ο νόμος. Σε αυτόν αρμόζει να υπακούουν όλοι για πολλούς λόγους, και κυρίως επειδή κάθε νόμος είναι θεϊκή ανακάλυψη και δωρεά, τρόπος σκέψης των συνετών ανθρώπων, διόρθωση των εκούσιων και ακούσιων λαθών, κοινή συμφωνία της πόλης, σύμφωνα με την οποία αρμόζει να ζουν όλοι οι πολίτες.

Κείμενο - Δημοσθένης, Κατ΄ Αριστογείτονος Α΄ 15-16

Ἅπας ὁ τῶν ἀνθρώπων βίος, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κἂν μεγάλην πόλιν οἰκῶσι κἂν μικράν, φύσει καὶ νόμοις διοικεῖται. τούτων δ’ ἡ μὲν φύσις ἐστὶν ἄτακτον καὶ κατ’ ἄνδρ’ ἴδιον τοῦ ἔχοντος, οἱ δὲ νόμοι κοινὸν καὶ τεταγμένον καὶ ταὐτὸ πᾶσιν. ἡ μὲν οὖν φύσις, ἂν ᾖ πονηρά, πολλάκις φαῦλα βούλεται· διόπερ τοὺς τοιούτους ἐξαμαρτάνοντας εὑρήσετε. οἱ δὲ νόμοι τὸ δίκαιον καὶ τὸ καλὸν καὶ τὸ συμφέρον βούλονται, καὶ τοῦτο ζητοῦσιν, καὶ ἐπειδὰν εὑρεθῇ, κοινὸν τοῦτο πρόσταγμ’ ἀπεδείχθη, πᾶσιν ἴσον καὶ ὅμοιον, καὶ τοῦτ’ ἔστι νόμος. ᾧ πάντας πείθεσθαι προσήκει διὰ πολλά, καὶ μάλισθ’ ὅτι πᾶς ἐστι νόμος εὕρημα μὲν καὶ δῶρον θεῶν, δόγμα δ’ ἀνθρώπων φρονίμων, ἐπανόρθωμα δὲ τῶν ἑκουσίων καὶ ἀκουσίων ἁμαρτημάτων, πόλεως δὲ συνθήκη κοινή, καθ’ ἣν πᾶσι προσήκει ζῆν τοῖς ἐν τῇ πόλει.

Τρίτη 5 Απριλίου 2011

Μετάφραση - Αισχίνης, Κατά Τιμάρχου 5

[5] Και καλώς γνωρίζετε, ω Αθηναίοι, ότι και τους πολίτας και το πολίτευμα των λαοκρατιών εξασφαλίζουν οι νόμοι, ενώ τους μονάρχας και τους ασκούντας ολιγαρχίαν η καχυποψία και η ένοπλος σωματοφυλακή. Πρέπει λοιπόν, οι μεν ολιγαρχικοί και οι ασκούντες διακυβέρνησιν με βάσιν την αρχήν της ανισότητος να προφυλάσσωνται από τους δυναμένους βιαίως να ανατρέψουν το καθεστώς, ημείς δε, οι έχοντες κράτος δικαίου και ισότητος, από εκείνους που με λόγους ή με την διαγωγήν των παραβιάζουν τους νόμους. Θα είσθε ισχυροί τότε μόνον όταν θα έχετε ευνομίαν και θα εμποδίζετε τους παρανομούντας να σας καταλύσουν. 
Μτφρ. Γ. Κορδάτος και Η. Ηλιού. [1939] χ.χ. Αισχίνης. Λόγοι. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Κείμενο - Αισχίνης Κατά Τιμάρχου 5

Ο Τίμαρχος ανήκε στη μερίδα του Δημοσθένη και μετά την υπογραφή της "Φιλοκρατείου ειρήνης" (346 π.Χ.) κατηγόρησε τον Αισχίνη για παραπρεσβείαν. Ο Αισχίνης με τη σειρά του, προσπαθώντας να αναβάλει ή να ματαιώσει τη δίκη αυτή, επικαλέστηκε τον νόμο για τη δοκιμασίαν των ρητόρων, δηλαδή ανάγκασε τον Τίμαρχο να αποδείξει σε δίκη ότι δεν είχε υποπέσει σε αδικήματα τα οποία στερούσαν από τους Αθηναίους το δικαίωμα να παίρνουν το λόγο σε δημόσιες συνελεύσεις.

[5] εὖ δ’ ἴστε, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅτι τὰ μὲν τῶν δημοκρατουμένων σώματα καὶ τὴν πολιτείαν οἱ νόμοι σῴζουσι, τὰ δὲ τῶν τυράννων καὶ ὀλιγαρχικῶν ἀπιστία καὶ ἡ μετὰ τῶν ὅπλων φρουρά. φυλακτέον δὴ τοῖς μὲν ὀλιγαρχικοῖς καὶ τοῖς τὴν ἄνισον πολιτείαν πολιτευομένοις τοὺς ἐν χειρῶν νόμῳ τὰς πολιτείας καταλύοντας, ὑμῖν δὲ τοῖς τὴν ἴσην καὶ ἔννομον πολιτείαν ἔχουσι τοὺς παρὰ τοὺς νόμους ἢ λέγοντας ἢ βεβιωκότας· ἐντεῦθεν γὰρ ἰσχύσετε, ὅταν εὐνομῆσθε καὶ μὴ καταλύησθε ὑπὸ τῶν παρανομούντων.

Δευτέρα 4 Απριλίου 2011

Μετάφραση - Αισχίνης, Περί της Παραπρεσβείας 20-21

Έτσι λοιπόν, η αρχή όλων αυτών των διαπραγματεύσεων δεν προήλθεν από εμένα, αλλ' από τον Δημοσθένη και τον Φιλοκράτη. Κατά δε την διάρκειαν της αποστολής μας κατέβαλε κάθε προσπάθειαν να τρώμε όλοι μαζί, και το επέτυχε, μη πείσας εμένα, αλλά τους συναδέλφους μου, τον Τενέδιον Αγλαοκρέοντα, τον οποίον εξελέξατε διά ν' αντιπροσωπεύη τους συμμάχους μας, και τον Ιατροκλή. Λέγει δε ότι τάχα κατά την διάρκειαν του ταξιδίου τον προέτρεψα να προσέξωμεν καλά και οι δύο μας το θηρίον, τον Φιλοκράτην. Αυτό είναι καθαρά επινόησις. Διότι πώς θα ετολμούσα να ξεσηκώσω τον Δημοσθένη εναντίον του Φιλοκράτους, εγώ που εγνώριζα ότι αυτός ήτο, κατά την καταγγελίαν του ψηφίσματος του Φιλοκράτους ως παρανόμου, ο συνήγορός του, ο δε Φιλοκράτης πάλιν ήτο εκείνος που υπέδειξε τον Δημοσθένην ως πρεσβευτήν; [21] Εξ άλλου δεν είχαμεν ημείς τα άλλα μέλη της πρεσβείας τοιαύτας συνομιλίας μαζί του, αλλά κατεβάλλαμεν μεγάλας προσπαθείας καθ' όλον το διάστημα του ταξιδίου μας, πώς να τον υποφέρωμεν αυτόν τον ανυπόφορον και κουραστικόν άνθρωπον. Κάποτε διεσκεπτόμεθα τι έπρεπε να είπωμεν και ο Κίμων εξέφρασε τον φόβον μήπως κατά την συζήτησιν μας νικήση ο Φίλιππος. Και τότε ο Δημοσθένης μάς υπεσχέθη ότι διαθέτει άφθονα επιχειρήματα και ότι θα εκθέση έτσι τα δικαιώματά μας επί της Αμφιπόλεως και την ιστορίαν της αρχής του πολέμου, ώστε θα βουλώση τελείως το στόμα του Φιλίππου. Και ότι θα πείση τους μεν Αθηναίους να επιτρέψουν εις τον Λεωσθένην να γυρίση πίσω εις την πόλιν, τον δε Φίλιππον να επιστρέψη εις τους Αθηναίους την Αμφίπολιν. 
Μτφρ. Γ. Κορδάτος & Η. Ηλιού. [1939] χ.χ. Αισχίνης. Λόγοι. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Κείμενο - Αισχίνης, Περί της Παραπρεσβείας 20-21

Ο Αισχίνης με τον λόγο του αυτόν υπερασπίστηκε τον εαυτό του ενάντια στην κατηγορία της παράταξης του Δημοσθένη για προδοσία των συμφερόντων της πόλης κατά την περίοδο των διπλωματικών επαφών με τους Μακεδόνες, πριν από την τελική υπογραφή της ειρήνης του Φιλοκράτη (346 π.Χ.). 

Ἡ μὲν τοίνυν ἐξ ἀρχῆς ἔνστασις τῶν ὅλων πραγμάτων ἐγένετο οὐ δι’ ἐμοῦ, ἀλλὰ διὰ Δημοσθένους καὶ Φιλοκράτους· ἐν δὲ τῇ πρεσβείᾳ συσσιτεῖν ἡμῖν ἐσπούδασεν, οὐκ ἐμὲ πείσας, ἀλλὰ τοὺς μετ’ ἐμοῦ, Ἀγλαοκρέοντα τὸν Τενέδιον, ὃν ἐκ τῶν συμμάχων εἵλεσθε, καὶ Ἰατροκλέα. ἐν δὲ τῇ πορείᾳ παρακελεύεσθαί με φησὶν αὑτῷ, ὅπως τὸ θηρίον κοινῇ φυλάξομεν, τὸν Φιλοκράτην, πρᾶγμα λέγων πεπλασμένον. πῶς γὰρ ἂν ἐγὼ Δημοσθένην ἐπὶ Φιλοκράτην παρεκάλουν, ὃν ᾔδειν συνειπόντα μὲν Φιλοκράτει, ὅτ’ ἦν ἡ τῶν παρανόμων γραφή, προβληθέντα δ’ εἰς τὴν πρεσβείαν ὑπὸ Φιλοκράτους; πρὸς δὲ τούτοις οὐκ ἐν τοιούτοις ἦμεν λόγοις, ἀλλ’ ὅλην τὴν πορείαν ἠναγκαζόμεθα Δημοσθένην ὑπομένειν ἀφόρητον καὶ βαρὺν ἄνθρωπον· ὃς διασκοπούντων ἡμῶν ὅ τι χρὴ λέγειν, καὶ Κίμωνος εἰπόντος ὅτι φοβοῖτο μὴ δικαιολογούμενος περιγένοιτο ἡμῶν ὁ Φίλιππος, πηγὰς δὴ λόγων ἐπηγγέλλετο, καὶ περὶ ῶν δικαίων τῶν ὑπὲρ Ἀμφιπόλεως καὶ τῆς ἀρχῆς τοῦ πολέμου τοιαῦτα ἐρεῖν ἔφη, ὥστε ἀπορράψειν τὸ Φιλίππου στόμα ὁλοσχοίνῳ ἀβρόχῳ, καὶ πείσειν Ἀθηναίους μὲν καταδέξασθαι Λεωσθένην, Φίλιππον δ’ Ἀθηναίοις Ἀμφίπολιν ἀποδοῦναι.
  

Σάββατο 2 Απριλίου 2011

ΚΕΙΜΕΝΟ - Φαίδων

Στο διάλογο Φαίδων ο Πλάτων περιγράφει την τελευταία συζήτηση του Σωκράτη με τους ανθρώπους του στενού του κύκλου, αφού με το τέλος της θα πιει το κώνειο. Φυσικό είναι να έχουμε στο  διάλογο πολλές αναφορές στο θέμα του θανάτου και της μεταθανάτιας ζωής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η στάση, η ψυχικά κατάσταση του Σωκράτη και τα συναισθήματα που του προκαλεί ο θάνατος που τον περιμένει. Παίρνοντας λοιπόν  αφορμή από σχετικό υπαινιγμό του Σιμμία ο Σωκράτης στέλνει το μήνυμά του δίνοντας τη δική του ερμηνεία στο άσμα που ψάλλουν οι κύκνοι όταν προαισθάνονται το θάνατό τους - έκφραση ελπίδας και χαράς και όχι απελπισίας και θλίψης.

καὶ ὁ Σιμμίας ἔφη· καὶ μήν, ὦ Σώκρατες, τἀληθῆ σοι ἐρῶ. πάλαι γὰρ ἡμῶν ἑκάτερος ἀπορῶν τὸν ἕτερον προωθεῖ καὶ κελεύει ἐρέσθαι διὰ τὸ ἐπιθυμεῖν μὲν ἀκοῦσαι, ὀκνεῖν δὲ ὄχλον παρέχειν, μή σοι ἀηδὲς ᾖ διὰ τὴν παροῦσαν συμφοράν.

καὶ ὃς ἀκούσας ἐγέλασέν τε ἠρέμα καί φησιν· Βαβαί, ὦ Σιμμία· ἦ που χαλεπῶς ἂν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους πείσαιμι [84e] ὡς οὐ συμφορὰν ἡγοῦμαι τὴν παροῦσαν τύχην, ὅτε γε μηδ᾽ ὑμᾶς δύναμαι πείθειν, ἀλλὰ φοβεῖσθε μὴ δυσκολώτερόν τι νῦν διάκειμαι ἢ ἐν τῷ πρόσθεν βίῳ· καί, ὡς ἔοικε, τῶν κύκνων δοκῶ φαυλότερος ὑμῖν εἶναι τὴν μαντικήν, οἳ ἐπειδὰν αἴσθωνται ὅτι δεῖ αὐτοὺς ἀποθανεῖν, ᾄδοντες καὶ ἐν [85a] τῷ πρόσθεν χρόνῳ, τότε δὴ πλεῖστα καὶ κάλλιστα ᾄδουσι, γεγηθότες ὅτι μέλλουσι παρὰ τὸν θεὸν ἀπιέναι οὗπέρ εἰσι θεράποντες. οἱ δ᾽ ἄνθρωποι διὰ τὸ αὑτῶν δέος τοῦ θανάτου καὶ τῶν κύκνων καταψεύδονται, καί φασιν αὐτοὺς θρηνοῦντας τὸν θάνατον ὑπὸ λύπης ἐξᾴδειν, καὶ οὐ λογίζονται ὅτι οὐδὲν ὄρνεον ᾄδει ὅταν πεινῇ ἢ ῥιγῷ ἤ τινα ἄλλην λύπην λυπῆται, οὐδὲ αὐτὴ ἥ τε ἀηδὼν καὶ χελιδὼν καὶ ὁ ἔποψ, ἃ δή φασι διὰ λύπην θρηνοῦντα ᾄδειν. ἀλλ᾽ οὔτε ταῦτά μοι φαίνεται [85b] λυπούμενα ᾄδειν οὔτε οἱ κύκνοι, ἀλλ᾽ ἅτε οἶμαι τοῦ Ἀπόλλωνος ὄντες, μαντικοί τέ εἰσι καὶ προειδότες τὰ ἐν Ἅιδου ἀγαθὰ ᾄδουσι καὶ τέρπονται ἐκείνην τὴν ἡμέραν διαφερόντως ἢ ἐν τῷ ἔμπροσθεν χρόνῳ. ἐγὼ δὲ καὶ αὐτὸς ἡγοῦμαι ὁμόδουλός τε εἶναι τῶν κύκνων καὶ ἱερὸς τοῦ αὐτοῦ θεοῦ, καὶ οὐ χεῖρον ἐκείνων τὴν μαντικὴν ἔχειν παρὰ τοῦ δεσπότου, οὐδὲ δυσθυμότερον αὐτῶν τοῦ βίου ἀπαλλάττεσθαι.